Sunday 29 April 2007

Jethro Tull

Εδώ και τόσες μέρες που έχω μάθει ότι θα (ξανά)παίξουν οι Jethro Tull στην Ελλάδα, προσπαθώ να καταλάβω τους λόγους που κάτι τέτοιο δεν μου προκαλεί κανέναν ενθουσιασμό. Δεν τους έχω δα παρακολουθήσει live τόσες φορές που να τους βαρέθηκα κιόλας κι ούτε φυσικά έχουν σταματήσει να αποτελούν το αγαπημένο μου συγκρότημα ever. Τότε τι;

Δεν ξέρω, αλλά μάλλον αισθάνομαι κάποιου είδους θλίψη για το ότι παίζουν ακόμα... Δε νομίζω ότι μπορώ να αντιληφθώ εύκολα τους λόγους που ωθούν μια μπάντα, της οποίας η περίοδος ακμής έχει λήξει κάπου γύρω στο 1979, να συνεχίζει τις ζωντανές εμφανίσεις σε τόσο εντατικούς ρυθμούς. Μόνο στην Ελλάδα θα δώσουν 4 συναυλίες σε 4 διαφορετικές πόλεις! Και να φανταστεί κανείς ότι το ελληνικό κοινό μόνο με σεβασμό δεν τους έχει φερθεί στο παρελθόν (μπορεί να είμαι υπερβολικός αλλά όταν σου ζητάει αυτός για τον οποίον υποτίθεται έχεις έρθει να μην καπνίζεις και τον γράφεις κανονικότατα, μάλλον κάτι δεν πάει καλά...).
Αυτό που θέλω να πω είναι ότι στα μάτια μου είναι κάπως δυσάρεστο να παρακολουθώ μια από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες της rock σκηνής να προσπαθεί να αναπαράγει τον προ τριακονταετίας, τουλάχιστον, εαυτό του, προς τέρψιν κάποιου "διεστραμμένου" κοινού. Από τη στιγμή μάλιστα που στην πραγματικότητα η μουσική από μόνη της αρκεί και με το παραπάνω. Τρανή απόδειξη οι συναυλίες που έδωσε στη χώρα μας ο Ian Anderson με συμφωνική ορχήστρα και χωρίς τα περισσότερα από τα τερτίπια που "ωφείλει" να περιλαμβάνει μια rock συναυλία. Ο κόσμος μπορεί να ήταν σαφώς λιγότερος αλλά οι συναυλίες αξέχαστες!
Βέβαια ακόμα και με αυτούς τους προβληματισμούς και παρά το ότι η συναυλία πέφτει πάνω στην εξεταστική θα προσπαθήσω να πάω. Μάλλον θα προτιμήσω να κατέβω στην Αθήνα γιατί δεν έχει τύχει να παρακολουθήσω ποτέ συναυλία στον Λυκαβηττό και υποθέτω ότι θα είναι αρκετά καλύτερες οι συνθήκες από τη Μονή Λαζαριστών.

Για να πω την αλήθεια, πολλές φορές νοσταλγώ την, προ internet, εποχή όταν πρωτοανακάλυπτα τους Jethro Tull (γύρω στα 12-13) και ήξερα στην πραγματικότητα πολύ ελάχιστα στοιχεία γι' αυτούς. Μόλις είχα αγοράσει μια συλλογή που είχε εκδοθεί για τα 20η επέτειο του συγκροτήματος κι εκτός από τα πολύ γνωστά (Locomotive Breath, Aqualung, Too Old Too R'N'R'... κλπ) είχε και πολλά μελωδικά κυρίως τραγούδια με, αρκετά ασυνήθιστα για rock μπάντα όργανα όπως, φλάουτο και βιολί! Και κείνη η φωνή... Μου έκαναν όλα τρομερή εντύπωση γιατί ήταν τελείως διαφορετικά απ' οτιδήποτε είχα ακούσει ως τότε. Κι έτσι από τότε ξεκίνησα να συλλέγω τους, πάμπολλους, δίσκους τους αλλά και πληροφορίες, που οι περισσότερες απ' αυτές έμελλαν να αποδειχθούν λανθασμένες...
Οι φωτογραφίες στο εξώφυλλο του εν λόγω CD ήταν πολύ μικρές και δεν μπορούσα να καταλάβω πολλά πράγματα για τα πρόσωπα του συγκροτήματος. Αυτό το πρόβλημα λύθηκε γρήγορα όταν βρήκα μια VHS κασέτα με live τους από τη δεκαετία του '70. Αυτό ήταν! Η εικόνα του Ian Anderson με τα μακριά ξανθά μαλλιά και την απίστευτη σκηνική παρουσία μου καρφώθηκε τόσο πολύ στο μυαλό που ήμουν παντελώς ανίκανος να σκεφτώ ότι μετά από 25 και πλέον χρόνια θα έχει υποστεί τις αναπόφευκτες λαβωματιές του χρόνου. Πίστευα τότε με πάθος ότι ήταν σίγουρα κάποιο παράξενο και προπαντός αγέραστο ξωτικό που του άρεσε να παίζει τον αυλό του και να στέκει μόνιμα στο ένα του πόδι...
Όλη αυτή τη μυθολογία που είχα στήσει στο κεφάλι μου ερχόταν να επαληθεύσει και να μεγαλώσει ο, μέγας παραμυθάς, τύπος που είχε το δισκοπωλείο στη γειτονιά μου (δηλαδή δισκοπωλείο να 'χαμε να λέγαμε, είχε τους προσωπικούς του δίσκους, που ποτέ δε πούλαγε, βιτρίνα στο κατάστημα και είτε έκανε παραγγελία ότι του ζητούσαν οι πελάτες είτε, το συνηθέστερο, τους έγραφε πειρατικές κασέτες και αργότερα CD...), ο οποίος μου έλεγε με μεγάλη πειστικότητα διάφορες ανακριβέστατες ιστορίες (όπως π.χ. ότι ο Ian Anderson έχει εγκαταλείψει τα εγκόσμια κι έχει κλειστεί εδώ και πολλά χρόνια σ' έναν πύργο στη Σκωτία κλπ). Καλώς ή κακώς η περίοδος αυτή των ψεύτικων ιστοριών δεν κράτησε παραπάνω από λίγους μήνες. Όσο μου πήρε δηλαδή να ανακαλύψω ότι όχι μόνο ο Anderson δεν έχει αποσυρθεί σε κάποιον πύργο αλλά αντιθέτως είναι μια χαρά ενεργός κάνοντας συνεχώς συναυλίες και βγάζοντας μάλιστα κατά καιρούς και δίσκους με καινούριο υλικό. Το χειρότερο ήταν δε όταν ήρθα, μοιραία, αντιμέτωπος με την σύγχρονη πραγματικότητα κι έναν αγνώριστο Anderson: με πρόβλημα στη φωνή, χωρίς μαλλιά και κυρίως χωρίς καν εκείνη τη φλόγα στα μάτια που τον έκανε πάντοτε τόσο ξεχωριστό... Απογοήτευση!
Με τον καιρό απόκτησα την πλήρη δισκογραφία τους και έμαθα σχεδόν κάθε σημαντική και ασήμαντη πληροφορία για την καριέρα τους (και με τη βοήθεια του Internet φυσικά), τους είδα και live κάποιες φορές και μπόρεσα να εκτιμήσω σ' έναν πιο ρεαλιστικό βαθμό την αξία τους και την σπουδαιότητά τους.
Μόνο που αισθάνομαι να μου λείπει εκείνη η εποχή των ωραίων ψευδαισθήσεων και των μεγάλων μύθων, όταν τα πάντα δεν ήταν αυτονόητα κι εύκολα προσβάσιμα απ' τον καθένα... Και θα ήθελα στ' αλήθεια να βρίσκομαι κάπου στο Λονδίνο το 1968 όταν οι Jethro Tull άνοιγαν μια συναυλία των Pink Floyd...

Friday 20 April 2007

Επειδή και το ποδόσφαιρο μπορεί να είναι τέχνη!

Ο Μαραντόνα είναι ξανά εδώ!

Messi goal vs Getafe.


Είναι ασύλληπτο το πόσο μοιάζει η γκολάρα του 19χρόνου!!! Lionel Messi με αυτό που του αποδώθηκε ο τίτλος του καλύτερου γκολ του αιώνα. Βέβαια ο θεός το πέτυχε σε προ-ημιτελικό παγκοσμίου κυπέλλου απέναντι στη μισητή για τους Αργεντινούς, λόγω Φόκλαντς, Αγγλία, ενώ ο Messi απέναντι στην ταπεινή Χετάφε. Όπως και να 'χει, τα λόγια κι εδώ είναι περιττά:

Maradona... The best goal.


Παραθέτω επίσης ένα σχετικό (και με το χθεσινό μου post κατά ένα τρόπο) άρθρο του Χρήστου Σωτηρακόπουλου:

Η φαντασία διαφοροποιεί το μυαλό από το κομπιούτερ

Ο Λιονέλ Μέσι πήρε την μπάλα από τη σέντρα και πέρασε όποιον βρήκε στο διάβα του. Τι σημασία είχε αν αντίπαλος ήταν η Χετάφε; Για όποιον έβλεπε τη φάση, οι συνειρμοί ήταν άμεσοι. Μαραντόνα, Μουντιάλ 1986, Αγγλία.

Ο Ντιέγκο βέβαια αυτή την ενέργεια την έκανε... μηχανικά. Οπως το ξύρισμα ή το περπάτημα. Ιδιο γκολ έβαλε και στον ημιτελικό με το Βέλγιο. Αυτό δεν μειώνει την αξία του Μέσι. Είναι ο μοναδικός, άλλωστε, απ' όλη αυτή την στρατιά των... νέων Μαραντόνα που εμφανίστηκαν κατά καιρούς, που μπορεί να ζήσει με την ταμπέλα χωρίς να τον τσακίσει το βάρος. Και ήδη στη φετινή σεζόν ο νεαρός Αργεντινός έχει δώσει δείγματα παρόμοιας δεξιοτεχνίας σε πιο δύσκολες συνθήκες. Τελευταίο λεπτό στο ντέρμπι με τη Ρεάλ, ζητά την μπάλα, περνά όποιον βρίσκει και γλιτώνει την Μπάρτσα από την ήττα, ισοφαρίζοντας σε 3-3.

Ποιος είναι ο λόγος όμως να κάνουμε άτοπες συγκρίσεις; Και γιατί ο Μέσι να πρέπει να αποδεικνύει πως αξίζει να τον βάζουμε στην ίδια μοίρα με τον Μαραντόνα; Επειδή η ανθρώπινη φύση τρελαίνεται να εξομοιώνει. Είναι στο αίμα μας να ψάχνουμε για ομοιότητες, για διαφορές.

Πριν από σχεδόν δύο δεκαετίες, προτού κατακλυστεί η αγορά με παιχνίδια για κομπιούτερ, μου είχαν δώσει την ευκαιρία σε ένα σεμινάριο στο BBC να βάλω όποια στοιχεία ήθελα στον υπολογιστή, ζητώντας να διεξαχθεί μπροστά μου ένα φανταστικό ματς. Ηταν πρόκληση. Σκέφτηκα πολλή ώρα. Και πελάγωσα! Ηθελα να βάλω τα δεδομένα της Βραζιλίας του '70, της ομάδας του Πελέ, του Ζαϊρζίνιο, του Ριβελίνο και του Ζέρσον απέναντι στην Ουγγαρία του Πούσκας, του Χιντεγκούτι, του Τσίμπορ και του Κόκτσις.

Την ομάδα που μάγεψε για επτά χρόνια κάθε φίλαθλο, αλλά το 1954 έμεινε βασίλισσα χωρίς στέμμα, χάνοντας στον τελικό του Μουντιάλ. Η προσμονή ήταν μοναδική μέχρι που όλα ήταν έτοιμα. Είχα ήδη αρχίσει να σκέφτομαι το επόμενο ζευγάρι. Τη Ρεάλ του Ντι Στέφανο, του Πούσκας και του Χέντο των πέντε Κυπέλλων κόντρα στον Αγιαξ του Κρόιφ, του Χάαν, του Κάιζερ και του τόταλ φούτμπολ.

Και τότε έκανα πίσω. Θεώρησα πως δεν άξιζε τον κόπο. Γιατί αυτή είναι η διαφορά του ανθρώπινου εγκεφάλου από τον τελειότερο κομπιούτερ: η φαντασία! Εκεί που ταξιδεύει ο νους, δεν σε πάει καμία μηχανή. Τι να καταλάβει το κομπιούτερ από συναίσθημα την στιγμή που τα πάντα γι' αυτό είναι δεδομένα και λογική; Πώς να συλλάβει ένα μηχάνημα την καλλιτεχνική κίνηση του Μέσι ή του Ροναλντίνιο; Πώς να εγκλωβίσεις σε ένα κομπιούτερ την επινόηση του Πελέ να αφήσει την μπάλα από τη μία πλευρά και να φύγει από την άλλη με αντίπαλο τον Ουρουγουανό γκολκίπερ Μαζούρκεβιτς, δοκιμάζοντας να σημειώσει ένα γκολ βγαλμένο από τα παραμύθια; Πώς να αιχμαλωτίσει το άψυχο μηχάνημα την εικόνα του Μαραντόνα που πέρασε όποιον βρήκε στο Μεξικό από την άμυνα της εθνικής Αγγλίας; Πώς να δώσεις σε ένα αντικείμενο να μπει στο νόημα της ιδιοφυΐας του Κρόιφ, που πήγε ένα βήμα πιο μπροστά από τους κανονισμούς, εκτελώντας το ιστορικό πλέον πέναλτι με… πάσα; Τη σχεδόν χορογραφική ικανότητα του Μπεστ να περνάει ανάμεσα από τους αμυντικούς σαν αέρας;

Αυτή είναι η διαφορά του ανθρώπου. Η ικανότητα να δημιουργεί εικόνες, να κρατά αναμνήσεις, να μπολιάζει την ψυχή του με το όμορφο, να αντιλαμβάνεται τη μοναδικότητα, να ανακαλύπτει την τέχνη. Και το ποδόσφαιρο σε υψηλό επίπεδο είναι ακριβώς αυτό: Τέχνη. Είναι ένας πίνακας ζωγραφικής, που αποτελεί βάλσαμο για τα μάτια. Μία συμφωνία που χαϊδεύει τα αυτιά, ένα ποίημα που αγγίζει την ψυχή.
Ο κορυφαίος σκακιστής Κασπάροφ στην ιστορική κόντρα του το 1995 με το «τέλειο κομπιούτερ» μπόρεσε να νικήσει διότι είχε την ανθρώπινη αντίδραση και πανουργία. Θυσίαζε πιόνια για να φτάσει στον τελικό σκοπό του. Το μηχάνημα δεν ήταν ποτέ δυνατόν να κάνει κάτι ανάλογο! Λειτουργούσε μόνο με την ψυχρή λογική με την οποία ήταν τροφοδοτημένο.

Εκείνη η επικράτηση κράτησε για πάντα ανοιχτή την πόρτα της ελπίδας για το ανθρώπινο γένος. Γιατί κανένα πρόγραμμα κομπιούτερ, όσο προχωρημένο και να είναι, δεν πρόκειται ποτέ να αντιληφθεί τη διαφορά που προκαλεί η ανθρώπινη ευφυΐα. Και ποτέ κανένα κομπιούτερ δεν πρόκειται να αναλύσει την ανθρώπινη ψυχή. Γιατί στα άδυτά της κρύβεται ολόκληρος ωκεανός αισθημάτων, τον οποίο ένα ψυχρό μηχάνημα αδυνατεί να αποκωδικοποιήσει.
http://www.sport-fm.gr/news.jsp?newsID=82962

Wednesday 18 April 2007

Μα για ποιούς τα φτιάχνουν όλα αυτά?

Ακόμα προσπαθώ να συνέλθω...

Μου κόλλησε μέσα στις γιορτές κι αγόρασα ένα pc-game που λέγεται The Movies. Μου προκάλεσε το ενδιαφέρον το στόρι του παιχνιδιού: υποτίθεται ότι είσαι ένας κινηματογραφικός παραγωγός στο Hollywood τη δεκαετία του '20 και πρέπει να δημιουργήσεις από το μηδέν ένα κινηματογραφικό στούντιο, να φτιάξεις τις εγκαταστάσεις, να προσλάβεις τους ηθοποιούς, να επιλέξεις το είδος των ταινιών που θα γυρίζεις κ.ο.κ. Το πιο ενδιαφέρον όμως κομμάτι, όπως το φαντάστηκα τουλάχιστον, είναι ότι το παιχνίδι σου δίνει τη δυνατότητα να επέμβεις στις ταινίες φτιάχνοντας το δικό σου, υποτυπώδες φαντάζομαι, σενάριο όσο και το δικό σου μοντάζ (επεμβαίνουν οι παραγωγοί στο μοντάζ; τσ, τσ, υπερβολές...).

Anyway, κάποια στιγμή, μόλις προχθές, αποφάσισα να εγκαταστήσω το παιχνίδι στον υπολογιστή μου και να τσεκάρω αν είναι τελικά τόσο ενδιαφέρον όσο φαινόταν. Και κόλλησα... Έβαλα το παιχνίδι την Δευτέρα κατά τις 8 το απόγευμα κι όταν ξανακοίταξα το ρολόι η ώρα ήταν 4.30 πμ!!! Κάπου εκεί, εκνευρισμένος με τον εαυτό μου για την εξέλιξη, αποφάσισα να το βγάλω. Πότε το έκανα; Στις 7.30!!! Όλο αυτό το διάστημα το αφιέρωσα στο παιχνίδι μαθαίνοντας απλώς τις βασικές λειτουργίες του, φτιάχνοντας ένα σωρό ταινίες για να βγάλω κάνα φράγκο για το στούντιο αδιαφορώντας παντελώς για την ποιότητά τους (όπως κάνουν και οι αληθινοί παραγωγοί δηλαδή) και πασχίζοντας να μαζεύω τους σκηνοθέτες μου από τα μπαρ (κι όμως!). Και να φανταστεί κανείς ότι ούτε καν άγγιξα κάποιες πιο περίπλοκες λειτουργίες όπως την κατασκευή σεναρίων ή το post production που ήταν έτσι κι αλλιώς ο βασικός λόγος που αγόρασα το παιχνίδι... Έφαγα δηλαδή γύρω στις δώδεκα ώρες ασχολούμενος με σαχλαμάρες.

Το αποτέλεσμα φυσικά ήταν όλη τη χθεσινή μέρα και τη μισή περίπου από τη σημερινή να κυκλοφορώ σαν τον κύριο της φωτογραφίας κατάχλωμος, με μαύρους κύκλους και το χειρότερο με έναν ανεπανάληπτο πονοκέφαλο προερχόμενο από τα ταλαιπωρημένα μου μάτια, τα οποία δικαίως κήρυξαν την επανάστασή τους. Μπορεί όλα αυτά να μην μοιάζουν πρωτότυπα ή ιδιαιτέρως τρομερά, αλλά σας διαβεβαιώ ότι η κατάσταση ήταν πολύ χειρότερη από ένα συνηθισμένα, ακραίο, ξενύχτι ή κάποιο hang-over. Τέλος πάντων όλη αυτή η διόλου ευχάριστη κατάσταση εκτός από τη δυσκολία να ανταποκριθώ στις υποχρεώσεις μου με οδήγησε εύκολα στην απόφαση να ξεφορτωθώ αυτό το διαολοπαίχνιδο μια ώρα αρχύτερα.

Και καταλήγοντας επιτέλους στην απορία του τίτλου αναρωτιέμαι κάπως αφελώς: Μα για ποιούς τα φτιάχνουν όλα αυτά? Θέλω να πω ότι ενώ αναζητούσα κάτι για να περνάω ευχάριστα κάποιες από τις ελεύθερες μου ώρες, βρέθηκα μπροστά σ' ένα κατασκεύασμα το οποίο φτιάχτηκε ευθύς εξαρχής με τέτοιο τρόπο ώστε να "ρουφάει" όλο τον χρόνο, την ενέργεια και την αφοσίωση του κάθε φουκαρά που θα πέσει πάνω του, δίνοντάς του τελικά ελάχιστη ευχαρίστηση. Μπορεί όλα αυτά να φαίνονται λίγο-πολύ παλαιολιθικά σαν αντιλήψεις, αλλά εξακαλουθεί να μου φαίνεται αδιανόητη η απαίτηση των σύγχρονων παιχνιδιών για ολοκληρωτική προσήλωση εκ μέρους των χρηστών. Ευχαριστώ αλλά δεν θα πάρω! Νομίζω ότι έχω πολύ καλύτερα πράγματα να κάνω στη ζωή μου.

Υ.Γ. Την παραπάνω γελοιογραφία την ξεσήκωσα από το cartoonstock

Wednesday 11 April 2007

Ο Γιος του Φύλακα

Βγαίνει αύριο στις αίθουσες (ελπίζω και στη Θεσσαλονίκη) η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, γνωστού και πολυβραβευμένου μικρομηκά (Ύψωμα 33, η Γέφυρα κ.α.), Δημήτρη Κουτσιαμπασιάκου "Ο Γιος του Φύλακα". Την ταινία είδα το Νοέμβριο στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, όπου απέσπασε 3 συνολικά βραβεία, και τη βρήκα αρκετά ενδιαφέρουσα.

Κοινωνική ταινία που καταπιάνεται με καίρια κοινωνικά ζητήματα χωρίς ίχνος σοβαροφάνειας ή διδακτισμού. Έχει ένα, οπωσδήποτε, καλοδουλεμένο σενάριο, με κάποια μικρο-προβλήματα ωστόσο, και στρωτή σκηνοθεσία που υπηρετεί με συνέπεια την πλοκή χωρίς να καταφεύγει σε απόπειρες ανούσιου εντυπωσιασμού.

Σε γενικές γραμμές ένα ελπιδοφόρο ντεμπούτο από τον Κουτσιαμπασάκο που παρουσίασε μια ταινία που γνώρισε πολύ μεγάλη ανταπόκριση από τους θεατές που την παρακολούθησαν στο φεστιβάλ (πήρε το βραβείο κοινού άλλωστε) και αυτό που μένει είναι να βρει και την ανάλογη ανταπόκριση στις αίθουσες. Είναι κρίμα οι μόνες ελληνικές ταινίες που κόβουν εισιτήρια να είναι κάτι σαχλο-σεξο-κωμωδίες της πλάκας. Έχω βαρεθεί αυτή την προκατάληψη που υπάρχει απ' την πλειοψηφία του κοινού απέναντι στην ελληνική παραγωγή. Καλές ταινίες γίνονται, πρέπει όμως και να στηρίζονται από τον κόσμο (ακόμα δε μπορώ να χωνέψω ότι ο "Βασιλιάς" του Γραμματικού δεν έκοψε εισιτήρια...) και νομίζω ότι "Ο Γιος του Φύλακα" είναι μια ταινία που αξίζει να μη περάσει απαρατήρητη!

Sunday 8 April 2007

Περί νεκρολογιών και επικηδείων...

Σε μία σκηνή από το "The Ballad of Cable Hogue" του Sam Peckinpah, ο ομώνυμος ήρωας όταν αντιλαμβάνεται ότι το τέλος του πλησιάζει (αφού τον έχει πατήσει το πρώτο αυτοκίνητο που είδε στη ζωή του!!!) ζητάει από τον ψευτό-ιερωμένο φίλο του να ψάλλει τη νεκρώσιμη ακολουθία, μαζί με τον απαραίτητο επικήδειο, όσο είναι ακόμα ζωντανός, με τη δικαιολογία ότι πάντα ήθελε να είναι παρών στην κηδεία του για να διαπιστώσει τι θα πουν γι'αυτόν! Προτρέπει μάλιστα τον παπά να μην τον περιγράψει σαν άγιο αλλά ούτε και να τον "χαντακώσει".

Αυτή η σκηνή μου ήρθε στο μυαλό πολλές φορές αυτές τις μέρες που σκάλιζα το αρχείο μου, με αφορμή τη συμπλήρωση των 7 χρόνων από τον θάνατο του Άκη Πάνου. Κι αυτό γιατί τον θάνατό του ακολούθησαν πολλά σχόλια και πολλές νεκρολογίες, που οι περισσότερες απ'αυτές μόνο απ'το πνεύμα που περιέγραψα πιο πριν δεν διακατέχονταν. Βέβαια η περίπτωση του Άκη Πάνου είχε μια σοβαρή ιδιαιτερότητα: παρόλο που υπήρξε σπουδαίος καλλιτέχνης, το τέλος της ζωής του τον βρήκε ως κατάδικο, κάτι που μοιραία μετρίασε σε μεγάλο βαθμό τον ενθουσιασμό των νεκρολογιών που ακολούθησαν (η πολιτική ηγεσία και οι πρόεδροι των κομμάτων μάλιστα φρόντισαν επιμελώς να σιωπήσουν, παρόλο που συνήθως είναι λαλίστατοι σε τέτοιες περιστάσεις). Απ'όλους όσους μίλησαν όμως μετά τον θάνατο του Άκη Πάνου τότε τη χειρότερη εντύπωση με διαφορά μου έκανε, και μου κάνει ακόμα, το σχόλιο του Λευτέρη Παπαδόπουλου στην εφημερίδα Θεσσαλονίκη. Δεν πίστευα ποτέ ότι μια μέρα μετά του θάνατο κάποιου (όποιος κι αν είναι αυτός) θα μπορούσε να μιλήσει ένας άνθρωπος με τέτοιο μοχθηρό τρόπο, ακόμα και αν αυτός ο κάποιος είναι, ας το πούμε έτσι, εχθρός του. Μια μέρα μετά τον θάνατό του...

Παραθέτω ολόκληρο το σχόλιο του Παπαδόπουλου και στη συνέχεια σχολιάζω κάποια αποσπάσματά του:


Το μόνο στο οποίο διαφωνούσα μαζί του ήταν το γεγονός ότι ήταν ακραία φιλοβασιλικός, πράγμα που δε μπορούσα να το καταλάβω, γιατί ήταν ένας άνθρωπος φτωχός.
Αντικρούοντας τον χαρακτηρισμό "ακραία φιλοβασιλικός", που με μεγάλη ευκολία αποδίδει ο Παπαδόπουλος στον Άκη Πάνου αντιγράφω από κείμενο του Στέλιου Ελληνιάδη:
Yπήρχε όμως ένα κομμάτι που δεν καταλάβαινα τη σημασία του. Ο τίτλος του ήταν «Bάσιλα μάσιλα». Pώτησα κατ' ιδίαν τον Kοσμά τον Kαλογράνη, ιδιοκτήτη της «Φαντασίας», που χειριζόταν τις υποθέσεις του αδελφού του, του Mιχάλη, τι πάει να πει αυτό. Σημαίνει τον βασιλιά τον φάγανε, μου είπε κάπως ανήσυχος. Aιφνιδιάστηκα. Aυτό ερχόταν σε αντίθεση με τις πολιτικές πεποιθήσεις μου, αλλά και η αντίρρησή μου θα έμοιαζε με λογοκρισία και ενδεχομένως θα ματαίωνε τη συνεργασία. Mέχρι όμως, να το σκεφτώ, ο Kοσμάς επανήλθε λέγοντάς μου ότι το κομμάτι μ' αυτόν τον τίτλο θα είναι ορχηστρικό. Yποθέτω ότι, αν και γνωστοί για τις φιλοβασιλικές τους πεποιθήσεις οι Aρβανίτες, θα σκέφτηκαν ότι ίσως αυτό το τραγούδι θα δημιουργούσε προβλήματα στη δουλειά τους.
Tελικά, το κομμάτι μπήκε στο δίσκο με τον τίτλο «Bάσιλα μάσιλα», και με στίχους, με τον τίτλο «Δάκρυ». Έτσι πέρασε αυτό το συμβάν. Φαίνεται, δε, ότι το απώθησα στη μνήμη μου και δεν ρώτησα ποτέ τον Άκη τι ακριβώς έγινε στη συγκεκριμένη περίπτωση. Mέχρι προχθές, που τον ρώτησα στο νοσοκομείο και μου είπε ότι το «Bάσιλα μάσιλα» είναι μια χιουμοριστική απάντηση στα «ζαβαρακατρανέμια και τα του-μπου-ζα με τα υψηλά νοήματα»!.
Aλλά μ' αυτό και ένα άλλο υπέροχο τραγούδι κατάλαβα ότι ο Aκης Πάνου όχι μόνο δεν γράφει κατά παραγγελία, ούτε ό,τι θέλει ο κόσμος, αλλά, αντιθέτως, αυτοαποκαλύπτεται, με ειλικρίνεια που τον εκθέτει επικίνδυνα. Eχει αυτή τη δύναμη, πέρα από το ταλέντο.
http://archive.enet.gr/2000/03/12/on-line/keimena/art/art3.htm
Και φυσικά δε νομίζω ότι έχει δικαίωμα να κριτικάρει την πολιτική στάση κανενός, ένας καλλιτέχνης που π.χ. έφτασε να τραγουδάει "Άααπονη ζωήηη, μας πέταξες στου δρόμου την άκρη, μας αδίκησες" αγκαλιά με σύσσωμο το υπουργικό συμβούλιο της κυβέρνησης...

Είναι ένας πολύ καλός συνθέτης, αλλά κατά τη γνώμη μου υπερτιμημένος από τους δημοσιογράφους, κυρίως της παρέας του.
Αυτή είναι μια τελείως εξωφρενική άποψη, καθώς είναι γνωστό σε όλους ότι ο Άκης Πάνου κατά τη διάρκεια της καριέρας του, και της ζωής του, ουδέποτε χαρίστηκε σε καμία εξουσία, μηδέ του τύπου εξαιρουμένου. Άλλοι το λένε παραξενιά ή εγωισμό, εγώ το λέω αξιοπρέπεια...
Αυτή η άποψη γίνεται ακόμα πιο εξωφρενική όμως όταν διατυπώνεται από έναν εξαιρετικά προβεβλημένο καλλιτέχνη που ταυτόχρονα εργάζεται ως δημοσιογράφος (τα τελευταία 48 χρόνια) σε κορυφαία εφημερίδα του Οργανισμού Λαμπράκη και παρουσιάζει ή συμμετέχει ανελλιπώς για, δεν ξέρω κι εγώ, πόσα χρόνια σε εκπομπές της κρατικής τηλεόρασης. Και που φυσικά ως δημοσιογράφος ή ως παρουσιαστής τηλεοπτικών εκπομπών ουδέποτε σταμάτησε να προωθεί και να αβαντάρει τους φίλους του και όλους εν γένει τους "συν αυτώ".

Και για να μιλήσουμε λίγο πιο συγκεκριμένα, οι μόνοι δημοσιογράφοι που στήριξαν σταθερά τον Άκη Πάνου σαν συνθέτη στις εύκολες και στις δύσκολες στιγμές ήταν, απ'όσο γνωρίζω, ο Τάσος Κουτσοθανάσης, ο Στέλιος Ελληνιάδης και ο Θοδωρής Μανίκας(που δεν είναι ακριβώς δημοσιογράφος). Και οι τρεις προαναφερθέντες υπήρξαν φίλοι του Άκη Πάνου και ποτέ δεν το έκρυψαν. Αδυνατώ όμως να καταλάβω πως αυτό μπορεί να θεωρείται μεμπτό κι ειδικά από κάποιον που όπως περιέγραψα λίγο πιο πάνω έχει ανάγει σε τέχνη το λιβάνισμα και την προώθηση των φίλων του...
Κι επειδή τίποτα δεν είναι τυχαίο, ας δούμε τι λέει επί του θέματος κι ένας φίλος του Παπαδόπουλου, ο κ. Γιώργος Νταλάρας:
Δεν πιστεύω βέβαια επ' ουδενί αυτό που πάνε ορισμένοι να παρουσιάσουν ότι είναι ο Άκης Πάνου, λέγοντας διάφορες υπερβολές. Όχι. Ο άνθρωπος έχει γράψει μία σειρά από πολύ καλά τραγούδια και έχει γράψει και δεκάδες άλλα αδιάφορα. Δεν μπορώ να τον συγκρίνω με τον Κουγιουμτζή, προς Θεού. Ή να βάλω τον Καλδάρα με τον Άκη Πάνου στην ίδια θέση.
http://www.dalaras.com/press_room/interviews/tovima.htm
Τέλεια ταύτιση απόψεων... Τουλάχιστον ο συγκεκριμένος τα έλεγε όσο ο Πάνου ήταν ακόμα εν ζωή (παροπλισμένος στη φυλακή βέβαια, και με κατήγορο στη δίκη τον δικηγόρο του Ακατανόμαστου, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία...). Και επειδή αυτή η ταύτιση απόψεων δεν είναι πρωτοφανής όποιος ενδιαφέρεται ας ψάξει να βρει τα κολακευτικότατα σχόλια του κ. Νταλάρα και του κ. Παπαδόπουλου για τον Άκη Πάνου το 1982 (χρονολογία που, διόλου τυχαία, συμπίπτει με την χρονιά που ο κ. Νταλάρας συνεργάστηκε με τον Άκη Πάνου. Σύμπτωση θα πει κάποιος...
Μάλιστα πριν λίγο καιρό έγραψε κάποιος ότι ο Πάνου κι ο Βαμαβακάρης(αν θυμάμαι καλά) είναι οι δύο μεγαλύτεροι συνθέτες του ρεμπέτικου τραγουδιού. Δεν είναι έτσι.
Φυσικά και δεν είναι έτσι, αλλά μάλλον εδώ ο κ. Παπαδόπουλος δε θυμάται καθόλου καλά, γιατί δεν αναφέρει ούτε καν ποιός μπορεί να είπε μια τέτοια μπαρούφα. Αυτό που έχει ειπωθεί αρκετές φορές από πολλούς είναι ότι τα τραγούδια του Άκη Πάνου αποτελούν κατά κάποιο τρόπο μια ιστορική συνέχεια στην αλυσίδα που δημιούργησαν οι συνθέτες του ρεμπέτικου τραγουδιού, προεξέχοντος βέβαια του Μάρκου. Κι αυτό δεν είναι καθόλου ψέμα...
Πέρα απ'αυτό πάντως, είναι ένας από τους μεγαλύτερους λαϊκούς συνθέτες και στιχουργούς. Σαν χαρακτήρας ήταν ένας άνθρωπος ντόμπρος, αυστηρός, δεν ανεχότανε μύγα στο σπαθί του. Θα μείνει στην ιστορία σαν ένας δημιουργός με αξία, αναμφισβήτητα βρίσκεται στην πρώτη 15άδα της ιστορίας.
Να τες οι λίστες και τα τεφτέρια... Τί πάει να πει δηλαδή 15άδα; Γιατί όχι δεκαεξάδα; Και σε ποιά θέση ακριβώς κατατάσσεται; Και ποιοί είναι οι άλλοι 14;
Πέρα από την πλάκα, όλοι αυτοί οι καταξιωμένοι του ελληνικού τραγουδιού (ΛεΠα, Θ.Μικρούτσικος, Σαββόπουλος κ.α.), που παρουσιάζονται ως τιμητές των πάντων και επιδίδονται στην δημιουργία λιστών που στόχο έχουν την παγίωση κάποιων συγκεκριμένων προσώπων που αυτοί επιλέγουν με "ύποπτους", για να το πω κομψά, τρόπους και ταυτόχρονα την περιθωριοποίηση όλων των υπολοίπων, πραγματικά με αηδιάζουν. Γιατί όλο αυτό το σκηνικό βρωμάει ιδιοτέλεια, εμπάθεια, μπακαλίστικους υπολογισμούς και ελιτίστικη μιζέρια. Πολύ ωραία το γράφει ο Ρασούλης κάπου στο site του για μια άλλη περίπτωση:
Μου κανε επίσης αλγεινή εντύπωση η στάση του παλιόφιλου Διονύση Σαββόπουλου (...) μιλώντας στη γιορτινή εκπομπή Έλληνες στην ΝΕΤ , άρχισε να προσθαφαιρεί, να βαθμολογεί και με ελλειπτικές κινήσεις σκιαγράφησε την κορυφή της πυραμίδας , χρησιμοποιώντας μάλιστα ατυχείς φράσεις του τύπου : ο Χατζιδάκις είναι καλλίτερος απ΄ τον Θεοδωράκη, η ο Ξαρχάκος είναι καλλίτερος απ΄ τον Λοϊζο – που και έτσι να ταν για λόγους τάκτ δεν μπαίνει έτσι – διότι μπορεί εύκολα να υποθέσει κανείς ότι επειδή ο Ξαρχάκος ζει ενώ ο Λοϊζος δεν ζει κολάκεψε για χί λόγους τόν ζώντα και ούτω καθεξής.
http://www.rasoulis.gr/freska.html
Έτσι είναι. Στην τέχνη δεν χωράνε μπακαλοτέφερα κι όταν αυτό γίνεται εκπορεύεται εκ του πονηρού και στην καλύτερη περίπτωση για λόγους δημοσίων σχέσεων. Όταν μάλιστα εμπλέκονται σ'αυτές τις αποτιμήσεις και κάποιοι που είναι μακαρίτες το πράγμα καταντάει τουλάχιστον αισχρό.
Ο Άκης Πάνου ήταν αυτοκαταστροφικός.
Αυτός είναι ο συνηθέστερος χαρακτηρισμός που αποδίδουν αυτοί που εν γνώσει τους υπηρετούν το σύστημα σε αυτούς που συνειδητά το πολεμούν (με αποτέλεσμα φυσικά την εξόντωσή τους, εξού και το "αυτοκαταστροφικοί").
Κάπνιζε πάρα πολύ, δεν κοίταζε τη ζωή του και την υγεία του κι έφτασε στο σημείο που έφτασε, όπως είδαμε".
Μάλιστα, εδώ ήθελε να καταλήξει... Στο "σημείο" λοιπόν "που, όπως είδαμε, έφτασε" φταίει το ότι "κάπνιζε πάρα πολύ" και το ότι "δεν κοίταζε τη ζωή του και την υγεία του"!!!
Πολύ βολικός, και προφανής, τρόπος για να αθωώσει κανείς όλους εκείνους τους μηχανισμούς που στριμώχνουν στο καναβάτσο όλους εκείνους που αρνούνται να "συνεργαστούν" και τους σφυροκοπούν ανελέητα. Αλλά είπαμε, αυτοί είναι απλώς αυτοκαταστροφικοί...

Με όλα αυτά δεν θέλω να παραστήσω ούτε τον συνήγορο, ούτε τον κατήγορο κανενός. Θέλω μόνο να δηλώσω την απέχθεια μου για αυτούς που χρησιμοποιούν την τέχνη σαν άρμα της προσωπικής τους ματαιοδοξίας και πολεμούν, λασπολογούν και τελικά θάβουν όποιον στέκεται απέναντί τους και τους χλευάζει. Κι επειδή αυτό που μένει στο τέλος είναι μόνο το έργο του καθενός, ας μου επιτραπεί να κλείσω το κειμενάκι αυτό με λίγους στίχους του Άκη Πάνου:

Μαθημέ- στις κακουχί-
άιντε φτου κι απ'την αρχή
την κουβέ- και πειθαρχεί-
αδιορθωαναρχί-

Δεν προσκύ- ποτέ κανέ-
λένε όχι, λέω ναι,
στην κρεμά- έχω ανέ-
με κηδέ- και ζωντανε-

Τι με νοιά- αν θα με θά-
θα πεθά- που θα πεθά-
δεν τρομά- ο μελλοθά-
με σταυρό και γολγοθά

Friday 6 April 2007

Καλό Πάσχα...



Wind Up


Όταν με έστειλαν, μικρό, με το ζόρι στο σχολείο
μαθαίνοντάς μου πως να μην παίζω το παιχνίδι
δε νοιάστηκα αν με προόριζαν για φαβορί
ή αν πιστεύανε απλώς πως ήμουν βλάκας.

Έτσι έφυγα από κει ένα πρωί με το Θεό τους υπό μάλης
τα παγωμένα τους χαμόγελα και το βιβλίο με τους κανόνες.
Κι έκανα μια ερώτηση σ'αυτόν τον Θεό που με τρόπο σαφή
μου απάντησε: "Δεν είμαι κάποιος που χρειάζεται κούρδισμα κάθε Κυριακή."

Γι'αυτό, προς τους παλιούς μου καθηγητές (και προς όποιον άλλο νοιάζεται):
προτού φύγω θα ήθελα να πω και τις δικές μου προσευχές:

Δεν σας πιστεύω! Όλες οι αντιλήψεις σας είναι λάθος.
Δεν είναι κάποιος που χρειάζεται κούρδισμα κάθε Κυριακή.

Μπορείτε λοιπόν να μ'αφορίσετε στο δρόμο για το κατηχητικό
και να βάλετε όλο το παπαδαριό να λογοκρίνει τους στίχους μου.

Πώς όμως τολμάτε να μου λέτε ότι είμαι γιος του Πατέρα μου,
όταν αυτό δεν ήταν παρά ένα τυχαίο γεγονός της Γέννησης.

Προτιμώ να κοιτάξω ολόγυρά μου και να συνθέσω ένα καλύτερο τραγούδι
γιατί αυτός είναι ο ειλικρινής τρόπος να μετρήσω την αξία μου.

Παρόλη τη δόξα και τις λαμπρότητές σας, είστε άνθρωποι φτωχότεροι από μένα
καθώς γλείφετε τις μπότες του θανάτου, φοβισμένοι από γεννησιμιού σας.

Δεν σας πιστεύω! Όλες οι αντιλήψεις σας είναι λάθος.
Δεν είναι κάποιος που χρειάζεται κούρδισμα κάθε Κυριακή.



Ian Anderson
(και για την απόπειρα
απόδοσης στα ελληνικά:
frank barrell)

Monday 2 April 2007

ΒΑΒΕΛ - Ένα Περιοδικό Κόμικς (Και όχι μόνο)!


Εδώ και πολλά χρόνια αγοράζω και διαβάζω τη Βαβέλ, το "λιγότερο μηνιαίο απ'όλα τα μηνιαία περιοδικά" όπως έγραφε κι ο Φραντζής στο αφιέρωμα για τα 25 χρόνια της, πριν από ακριβώς 1 χρόνο. "Ότι καλύτερο, με διαφορά, στα περίπτερα εδώ και πολύ καιρό!" λέω εγώ... (που σημειωτέον λατρεύω τα περιοδικά. Μπορώ να ισχυριστώ, με κάποια δόση υπερβολής οπωσδήποτε, ότι έχω διαβάσει, τουλάχιστον από μια φορά, όλα τα περιοδικά που έχουν κυκλοφορήσει τα τελευταία 10 χρόνια.)


Η Βαβέλ όμως είναι το κάτι άλλο...
Όπως είπαμε το κάθε πότε βγαίνει αποτελεί, πάντα αποτελούσε, ένα μυστήριο. Έτσι λοιπόν όποτε περνάει ένας μήνας και κάτι από την έκδοση του προηγούμενο τεύχους, μετατρέπομαι σε καθημερινό θαμώνα των περιπτέρων, περιμένοντας με αγωνία την εμφάνιση του επόμενου. Φυσικά τον καιρό που βρίσκομαι στη Μυτιλήνη, όπου ο περιοδικός τύπος γίνεται λιγότερο περιοδικός απ'οπουδήποτε αλλού, ένα πολυαγαπημένο μου πρόσωπο που έχω αφήσει στη Σαλονίκη επιφορτίζεται με τούτο το ιερό καθήκον.
Οι δυσκολίες δε σταματούν εδώ όμως: μετά την εξακρίβωση της κυκλοφορίας του νέου τεύχους αρχίζει άμεσα το σαφάρι για την ανεύρεση του "ατσαλάκωτου τεύχους", μιας και το ιδιαιτέρως ευαίσθητο εξώφυλλό της Βαβέλ έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον μέσο περιπτερά που καμία ευαισθησία δε δείχνει στα έντυπα τα οποία φιλοξενεί και τα οποία, προς μεγάλη του έκπληξη, υπάρχουν κάποιοι διαστροφικοί που επιμένουν να τα συλλέγουν...

Κάποτε όμως, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, το τεύχος της Βαβέλ φτάνει επιτέλους στα χέρια μου και τότε αρχίζουν τα ωραία. Σαφής προτεραιότητα δίνεται οπωσδήποτε στις ιστορίες του Edika, του Ralph Konig και φυσικά του Vuillemin. Υπάρχει τεράστια περιέργεια από μέρους μου να διαπιστώσω μέχρι ποιό σημείο ηθικής κατάπτωσης θα φτάσουν οι συγκεκριμένοι κύριοι... Τις μόνιμες στήλες(Αεροπλανάκι και The Music That We Hear) τις διαβάζω αμέσως μετά και στη συνέχεια ξεκοκαλίζω όλα τα υπόλοιπα καλούδια. (Περιοδικό που διαβάζεται από την αρχή ως το τέλος, όχι αστεία...)
Και για το τέλος αφήνω πάντα, με αξιοσημείωτη σαδιστική υπομονή, τις ιστορίες που γράφει ο τρισμέγιστος Κωστάκης Ανάν (τρίτος εξάδελφος του Κόφι απ'όσο γνωρίζω).
Για όποιον έχει διαβάσει έστω και μία φορά κάποια ιστορία του συγκεκριμένου τύπου είναι μάταιο να γράψω οτιδήποτε για δαύτον αφού σίγουρα αυτή τη στιγμή έχει εγκαταλείψει το διάβασμα κι έχει λυθεί στα γέλια. Όποιος, δυστυχής, δεν έχει βιώσει ακόμα αυτή τη μοναδική εμπειρία ας αφήσει επίσης το διάβασμα κι ας σπεύσει άμεσα να αγοράσει τη ΒΑΒΕΛ!....

Υ.Γ. Το συγκεκριμένο κείμενο είναι χυδαία προπαγανδιστικό και το ξέρει... ;)