Saturday 9 February 2008

"Τελευταίες Λέξεις"


Έψαχνα κάποιες πληροφορίες για την κρητική μουσική σε κάποια site όταν έπεσα με έκπληξη πάνω σ' ένα άρθρο που γινόταν αναφορά στον Werner Herzog. Αφορμή ήταν ένα δωδεκάλεπτο ταινιάκι που είχε γυρίσει ο Γερμανός σκηνοθέτης το 1968 στην Κρήτη στο περιθώριο των γυρισμάτων της πρώτης του μεγάλου μήκους ταινίας "Signs of life". Το "Letzte Worte" αφηγείται με κάπως σουρεαλιστικό τρόπο την ιστορία ενός λυράρη που πέρασε κάποια χρόνια της ζωής του στη Σπιναλόγκα, το νησάκι απέναντι απ΄την Κρήτη όπου έστελναν τους λεπρούς τους απ' τις αρχές μέχρι τα μέσα περίπου του 20ού αιώνα. Όταν αποφασίστηκε να σταματήσει η λειτουργία αυτής της ιδιότυπης εξορίας, ο λυράρης αρνήθηκε να επιστρέψει κι αφού η αστυνομία μεσολάβησε για να τον φέρει πίσω δια της βίας, αυτός κλείστηκε στο σπίτι του αρνούμενος οποιαδήποτε επαφή με τον υπόλοιπο κόσμο.
Ψευδο-ντοκυμαντέρ με φοβερές συνεντεύξεις σε εξωτερικούς χώρους όπου τα λόγια επαναλαμβάνονται συνεχώς (εκπληκτικές οι σκηνές με τους αστυνόμους), αλλά και συγκλονιστικά πλάνα-ντοκουμέντα απ' τη Σπιναλόγκα (ειρήσθω εν παρόδω υπάρχει και μια αξιόλογη πρόσφατη μικρού μήκους ταινία του Κώστα Αθουσάκη με τίτλο "Σπιναλόγκα" που πραγματεύεται, με πολύ διαφορετικό βέβαια, τρόπο επίσης τη δυσκολία επανένταξης των λεπρών στη τοπική κοινωνία).

Για τους λάτρεις της κρητικής μουσικής το ενδιαφέρον εστιάζεται στον λυράρη Αντώνη Παπαδάκη που ενσαρκώνει τον ήρωα, ενώ για τους κινηματογραφόφιλους στην πρωτολειακή αλλά άκρως ενδιαφέρουσα απόπειρα του Herzog που βρίσκεται ΕΔΩ...

Thursday 7 February 2008

Εθελούσια φυλακή

Δεν ήθελε καθόλου να συναναστρέφεται με πολύ κόσμο κι όταν χρειαζόταν να το κάνει ένοιωθε πραγματικά χάλια! Από μικρός είχε μάθει να είναι μόνος του και αυτό δε μπορούσε ν' αλλάξει εύκολα. Ανάμεσα σε άγνωστους ανθρώπους αισθανόταν εκτεθειμένος και αδύναμος, σα να του κλέβουν όλη την ενέργεια με κάποιον ύπουλο τρόπο.

Δεν ήταν αγοραφοβία αυτό που είχε, μόνο μια ειλικρινής και βαθιά απέχθεια για όλες τις ενέργειες που απαιτούσαν την επαφή του με πολλούς ανθρώπους ταυτόχρονα. Ήταν κάτι που τον έπνιγε και στην τελική ίσως απλά ήταν μόνο ένα ταλέντο που του έλειπε… Ωστόσο δεν ήταν μισάνθρωπος! Αντιθέτως επιθυμούσε και απολάμβανε την ανθρώπινη συντροφιά και γοητευόταν απ' το βάθος του μυστηρίου που έκρυβε ο κάθε άνθρωπος. Αποζητούσε όμως την προσωπική επαφή! Τους ήθελε όλους, αλλά έναν-έναν, όχι μαζί… Τον ενδιέφερε το άτομο -το κάθε άτομο- και πολύ! Είχε μάλιστα πολύ ανεπτυγμένη την ικανότητα να παρατηρεί, να ακούει και να κατανοεί τους ανθρώπους που τον προσέγγιζαν. Κι ήταν ανοιχτός σε όλους, άσχετα αν οι περισσότεροι απέφευγαν να έρθουν ουσιαστικά κοντά του. Τους έμοιαζε παράξενος και σνομπ.

Κι ήταν πράγματι παράξενος ο τρόπος που συμπεριφερόταν, κάτι που κάποια στιγμή τον οδήγησε αναπόφευκτα στην απομόνωση. Δεν ήθελε να βγαίνει έξω κι όταν σπανίως το επιχειρούσε ήταν απρόσιτος, στρυφνός και στην πραγματικότητα αμήχανος. Δεν άντεχε τις τυπικές συζητήσεις, τις μεθυσμένες κουβέντες των θαμώνων των μπαρ, τις αμπελοφιλοσοφίες και τους χαβαλέδες της παρέας, τους σαχλούς έρωτες και όλες τις επιφανειακές εν γένει διασκεδάσεις. Αυτός έβρισκε νόημα μόνο στο να κάθεται σπίτι του, τριγυρισμένος απ' τα χιλιάδες βιβλία του, τα ανακατεμένα χαρτιά του και τις πολύπλοκες σκέψεις του. Πίστευε πως μόνο μέσα απ' την κατάδυση στην προσωπική του άβυσσο θα έφτανε στους ουρανούς που τόσο λαχταρούσε, εκεί που θα τους έβρισκε όλους και όλα έτσι όπως ήθελε, έτσι όπως έπρεπε να είναι: γυμνοί μες στην ουσία τους…

Ακολουθώντας πιστά αυτή την πρακτική όμως τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν ακριβώς όπως τα περίμενε μέσα στα χρόνια… Απομονωμένος είχε βέβαια την ευκαιρία και όλη την άνεση να λειτουργήσει όπως ακριβώς αυτός ήθελε χωρίς τίποτα να τον αποσπάει απ' τους στόχους που ο ίδιος είχε θέσει. Η απομάκρυνσή του όμως απ' τους ανθρώπους του στερούσε όλα αυτά τα πράγματα που πίστευε ότι θα κέρδιζε μακριά τους... Του έλειπε η φλόγα, η όρεξη για ζωή, η κινητήρια δύναμη που τον παρακινούσε μέχρι τότε. Η αναζήτηση της ουσίας ήταν ένα μάταιο παιχνίδι του μυαλού χωρίς τους ανθρώπους δίπλα του. Η έμφυτη μελαγχολία του άρχισε να υπερισχύει και να οδηγεί σιγά-σιγά το μυαλό του στην αδράνεια. Αμελούσε όλα σχεδόν όσα είχε προγραμματίσει να κάνει και τα βιβλία του έμεναν σκονισμένα στις βιβλιοθήκες. Συγκινούνταν ακόμα από τα ίδια πράγματα, αλλά δεν είχε τη δύναμη να ολοκληρώσει τίποτα. Δεν έκανε όσα ήθελε αλλά μόνον όσα η ραθυμία του του επέτρεπε. Τα σχέδια παρέμεναν σχέδια και τα όνειρα παρέμεναν για πάντα όνειρα… Έφτασε στο σημείο να υιοθετεί παρόμοιες συμπεριφορές μ' αυτές που είχε απορρίψει. Όταν τον επισκέπτονταν οι λιγοστοί, εναπομείναντες φίλοι του τους αντιμετώπιζε ψυχρά και απέφευγε να μιλήσει για οτιδήποτε ουσιαστικό κι όταν τηλεφωνούσαν δε πρόσεχε αυτά που του έλεγαν. Στο πεδίο του έρωτα δε είχε περιέλθει σε κατάσταση οριστικής παραίτησης. Μόνο το πληρωμένο σεξ τον ικανοποιούσε πλέον κι αυτό μόνο εφόσον δε τον ανάγκαζε να καταβάλει την οποιαδήποτε προσπάθεια. Κατά τ' άλλα καθόταν μόνος μη κάνοντας τίποτα ή αφήνοντας τον εαυτό του να ξεχνιέται με τις ώρες χαζεύοντας τηλεόραση ή κοιτώντας απλά ένα τσιγάρο να καίγεται.

Έτσι το όμορφο διαμέρισμα που είχε επιλέξει για προσωπικό του καταφύγιο, είχε γίνει γι' αυτόν μια εθελούσια, κατά βάθος, προσωπική φυλακή. Τώρα θέλει να δραπετεύσει απ' όλα αυτά, αλλά δε ξέρει το πώς… Το θέλει στ' αλήθεια όμως..;